Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Αφιέρωμα: Ο Ιππότης του Σταυρού-Ειρηναίος Γαλανάκης

Αυτοβιογραφική αφηγηση του ίδιου στο πλαίσιο εκδήλωσης που έγινε
προς τιμήν του από την ΙΛΑΕΚ"

Μια εκδήλωση σαν την αποψινή μπορεί να ερμηνευθεί σαν περιαυτολογία ή σαν μαρτυρία. Η ιδιότητα μου και η ηλικία μου δεν επιτρέπουν την περιαυτολογία. Ο Χριστός παράγγελνε στους Μαθητές του και μαζί μ' αυτούς σε όλους εκείνους, που Θα τον ακουλουθούσαν στούς αιώνες, να μη ζητούνε αμοιβές και επαίνους για αυτό που κάνουνε και λένε. Γι' αυτό σας είπα ότι είχα και έχω ακόμη δισταγμούς γι’ αυτή την εκδήλωση.
Την αποδέχομαι όμως σαν Μαρτυρία, με την έννοια που τη δέχτηκαν πάντα οι άνθρωποι της πίστης και της Εκκλησίας, για να μεταδώσουν στους άλλους όχι τα λόγια και τα εργα των, αλλά τα λόγια και τα έργα, που ο Θεός μεταφέρει στον κόσμο μέσα από την καρδιά και τη ζωή τους. Προφήτες, Απόστολοι, Άγιοι άνθρωποι της Τέχνης και της επιστήμης, και της πολιτικής ακόμη, χρησιμοποιούνται συχνά από τη Θεία Πρόνοια, για να ερμηνέψουν, ο καθένας με τη δική του γλώσσα, τις Βουλές και τα θαυμάσια του Θεού και να ευεργετήσουν τους συνανθρώπους των. Με την έννοια αυτή αποδέχομαι αυτή την εκδήλωση σας και ευχαριστώ άλλη μια φορά.
Οι κοινωνικές συνθήκες και οι προϋποθέσεις της παιδικής μου ηλικίας ήταν να γίνω ένας χωρικός: γεωργός ή ποιμένας (βοσκός), κατά την παράδοση των προγόνων μου, αν και στα παιδικά μου όνειρα υπήρχαν και υψηλότεροι οραματισμοί.
Αλλά το φθινόπωρο του 1927 η ζωή μου πήρε ένα άλλο δρόμο. Με προτροπή των Γονέων μου. με το ενδεικτικό της Β' Γυμνασίου και ύστερα από εξετάσεις, γράφτηκα στο ονομαστό Ιεροδιδάσκαλείο Κρήτης (στην Αγ. Τριάδα Ακρωτηρίου), που ήταν τότε το ανώτατο πνευματικό Ίδρυμα της Κρήτης, ιδρυμένο το 1892 με Διαθήκη και οικονομική χορηγία του τότε Επισκόπου Κισάμου και Σελίνου αοιδίμου Γερασίμου Στρατηγακη, για τη μόρφωση των Δασκάλων και Ιερέων της Κρήτης. Θυμούμαι ακόμη ζωηρά πως, την παραμονή των εξετάσεων, (Σεπτέμβριος 1927), την ώρα του Εσπερινού, γοητευμένος από την κατάνυξη και τη μεγαλοπρέπεια του Ναού της Αγίας Τριάδας, μου' ρθε ξαφνικά - σαν έκσταση - η έμπνευση να κάμω τούτη τη συγκλονιστική υπόσχεση:
 «Θεέ μου να μ’ αξιώσεις να εισαχθώ στη Σχολή του Μοναστηριού αυτού και να γίνω Μοναχός του».
Πολλές φορές αργότερα και μέχρι σήμερα, προσπάθησα να εξηγήσω αυτή την απροσδόκητη υπόσχεση, που έκανα κείνη την ώρα και δεν μπόρεσα να την εξηγήσω. Σίγουρα ήταν ένα «σημείο» από κείνα με τα οποία ο Θεός επεμβαίνει συχνά και σημαδεύει τη ζωή μας. Ωστόσο μπήκα στη Σχολή, τα μαθήματα άρχισαν, κι η εφηβεία μου προχώρησε μ' όλα τα ανθρώπινα όνειρά της. Κι όσες φορές ερχόταν στη σκέψη μου η δοσμένη υπόσχεση, «το τάξιμο μου» σκεπτόμουν πως ήταν μια επιπόλαιη υπόσχεση, που ο Θεός δε θα την λογάριαζε στα σοβαρά.

Η ζωή όμως στο ήρεμο και σιωπηλό εκείνο Μοναστηριακό περιβάλλον, τα Θεολογικά Μαθήματα του Ιεροδιδασκαλείου, οι νυχτερινές κατανυχτικές ακολουθίες στο μεγάλο Ναό, οι μορφές των μοναχών, αγγίζανε βαθειά την εφηβική ψυχή μου και ετοιμάζανε σιγά - σιγά τους κατοπινούς δρόμους της ζωής μου. Λυπούμαι τα παιδιά και τους εφήβου, που στην ώρα της εφηβείας δεν έχουν ένα περιβάλλον ήρεμο και καθαρό (ηθικά καθαρό), να αναθρέψουν την ψυχή των. Να ονειρευτούν, να στοχαστούν τα μεγάλα και άγια πράγματα της ζωής μ’ ένα παρθενικό στοχασμό. Λυπούμαι τους σημερινούς εφήβους (αγόρια και κορίτσια), όταν το περιβάλλον τους, οικογενειακό και κοινωνικό, δεν έχει να τους δώσει τίποτε άλλο, πέρα από τις κολασμένες εικόνες των video - τηλεοράσεων και τους Βάρβαρους ήχους της μουσικής Ροκ. Οπωσδήποτε στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας συναντήθηκα με το Θεό και συνδέθηκα μαζί Του με κείνη την «αγαπητική σχέση», που λένε οι Πατέρες και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας.
Τον Οκτώβριο του 1932, ύστερα από εξετάσεις πάλι, γράφτηκα στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ήμουν χαρούμενος, γιατί συνέχιζα τις σπουδές μου. Αλλά ένα βραδινό, φεύγοντας από κάποιο μάθημα στα προπύλαια του Πανεπιστημίου συνάντησα το φιλόλογο Καθηγητή μου στην Εκκλησιαστική Σχολή (μακαριστό τώρα Δριτσάκο), ένα καλό Νεοελληνιστή Φιλόλογο, ο οποίος σχεδόν με επίπληξε γιατί-πήγα στη Θεολογία «Εκεί που πήγες θα χαθείς - μου είπε. Έπρεπε να πας στη Φιλοσοφική Σχολή». Ο καθηγητής μου έλεγε πως έγραφα καλές εκθέσεις και με ήθελε Φιλόλογο. Τα λόγια του Καθηγητή μου με σκότισαν λίγο. Τι είναι δηλαδή οι Θεολογικές σπουδές; Μήπως πήρα λάθος δρόμο; Μ' αυτό το περιστατικό και μ' άλλα, που θα πω σε λίγο, άρχισα να επισημαίνω ένα μεγάλο και σημαντικό πρόβλημα - θέμα στην πατρίδα μας την Ελλάδα. Το θέμα: Ελληνική Διανόηση και Χριστιανική Πίστη. Ελληνική Διανόηση και Εκκλησία, που ήταν και παραμένει, κατά τη γνώμη μας, μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα του Νέου Ελληνισμού μέχρι σήμερο.
Τα 4 - 5 χρόνια των Θεολογικών Σπουδών πέρασαν με την άσβεστη δίψα της μάθησης και της γνώσης, που κατατρώγει συχνά τους νέους ανθρώπους. Και παράλληλα η εργασία μου για να σπουδάσω(4 - 6 ώρες την ημέρα), έφερναν το «τάξιμο μου» στο περιθώριο. Αλλά στο τελευταίο έτος των σπουδών μου και όταν έπαιρνα το πτυχίο της Θεολογίας, (Απρίλιος 1937), η απόφαση μου για την ιερωσύνη είχε ωριμάσει αρκετά. Ωστόσο μια υποτροφία μου για σπουδές στη Γερμανία, που δεν έγιναν γιατί ήλθε ωστόσο ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι περιπέτειες του πολέμου αυτού και άλλα, καθυστέρησαν το «τάξιμο μου». Ετσι το Σεπτέμβριο του 1946 (ύστερα δηλ. από 20 περίπου χρόνια) γράφτηκα Μοναχός στην Αγ. Τριάδα και χειροτονήθηκα Διάκονος και Ιερέας, Ιερομόναχος. Πόσα εμπόδια, πόσες αναβολές, πόσες αμφιταλαντεύσεις πέρασα στα χρόνια αυτά, τις γνωρίζει ο Θεός.
Μετά την χειροτονία μου στις 7 Οκτωβρίου 1946 κατέβηκα στα Χανιά και συνέχισα τα Μαθήματά μου (Θρησκευτικά - Νέα Ελληνικά) στο Α' Γυμνάσιο Αρρένων, που είχα ήδη εργασθεί ενωρίτερα, από το 1943. Και εδώ πάλι είχα νέους προβληματισμούς με την Ελληνική Διανόηση. Στα σχολεία Αλικιανού - Χανίων είχα εργαστεί περίπου 8 χρόνια ως λαϊκός Καθηγητής. Είχα γνωρισθεί με τον εκπαιδευτικό κόσμο και οι σχέσεις μου με τους συναδέλφους καθηγητές ήταν πολύ καλές. Τους τιμούσα και με τιμούσαν.
Αλλά όταν με είδαν με το ράσο οι συνάδελφοι του πρώτου Γυμνασίου, άλλοι σοβαρά κι άλλοι αστεία, μου είπαν ότι είχα κάνει κάποιο λάθος. Ο Γυμνασιάρχης, μακαριστός τώρα Σ. Ξυδάκης με πέρασε στο Γραφείο του και μου είπε δήθεν φιλικά: «Τώρα που είναι νωρίς ακόμα βγάλε το ράσο...». Δεν μπορώ να πω ότι με κλονίσανε αυτές οι κριτικές των συναδέλφων, ξανάφεραν όμως ζωηρά στη ψυχή μου το πρόβλημα που είπα προηγουμένως: Εκκλησία και Διανόηση στην Ελλάδα. Γιατί, σκεπτόμουνα, οι μορφωμένοι άνθρωποι της χώρας μου να έχουν τόσο μεγάλη «προκατάληψη» εναντίον του θεσμού και των προσώπων της Εκκλησίας μας; Όμως δεν έλειψαν και τα ενθαρρυντικά σχόλια και οι ευχές πολλών φίλων και γνωστών για το ιερατικό μου στάδιο;. Να ευδοκιμήσεις..., να τιμήσεις το ράσο, να φανείς Άξιος». Κι ανάμεσα σ' αυτές τις ενθαρρυντικές ευχές ήρθε ύστερα, (νομίζω κατά τα μέσα Νοεμβρίου 1946). ένα γράμμα του Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου - πολύ σεβαστού και αγαπημένου δασκάλου, του Νικολάου Λούβαρη. Το γράμμα αυτό συνέχαιρε την γενναία απόφαση μου να γίνω Ιερομόναχος δηλαδή «Ιππότης του Σταυρού…». Μ' αυτή την ωραία φράση ο αλησμόνητος εκείνος Δάσκαλος και πνευματικός άνθρωπος έδινε βάθος και τιμή στο ταπεινό καλογερικό μου ράσο. Πόσο πρέπει να ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους που πάνε σε δύσκολα ηρωικά έργα. 
 «Ιππότης του Σταυρού» 

Συνέντευξη με τον Σεβ. Μητροπολίτη Κισάμου κ.Ειρηναίο
Μου άρεσε αυτός ο χαρακτηρισμός, που ο αλησμόνητος δάσκαλος έδινε στην αφιέρωσή μου. Θυμήθηκα τους ιππότες των Μεσαιωνικών χρόνων, που ήταν γενναίοι και τίμιοι αγωνιστές «υπερασπιστές της χριστιανικής πίστης, των φτωχών και των αδυνάτων...». Θυμήθηκα τους Ιππότες στο «Πάρσιφαλ» στα έργα του Vagner. Θυμήθηκα τα λόγια του Ίψεν στο ωραίο του έργο Μπραντ: «Αρματώσου ψυχή μου και σύρε να σώσεις τους ραγιάδες του Ουρανού...». Τα ίδια λόγια είχε πει παλιότερα ένας μεγάλος ιππότης και προφήτης του Θεού, ο προφήτης Ησαΐας: «Πνεύμα Κυρίου έπ' εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμένους την καρδίαν, κηρύξαι αίχμαλώτοις άφεσιν καί τυφλοίς άνάθλεψιν… Κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν» (Ησ. 61,1-2).
Αλλά ο Ιππότης του Σταυρού έπρεπε να φορέσει την αρματωσιά του, την πανοπλία του Θεού, όπως την ονομάζει ένας μεγάλος Ιππότης - αγωνιστής του Σταυρού, ο Απ. Παύλος: «ενδύσασθε την πανοπλίασ του θεού, τον θυρεόν της πίστεως. Τον θώρακα της Δικαιοσύνης. Την περικεφαλαίαν της σωτηρίας. Την Μαχαίραν του πνεύματος, ο εστί ρήμα Θεού (Β' κορινθ. 6, 7). Την πανοπλία του Θεού όπως την ονομάζει ο Χριστός «Λάβετε πνεύμα αγιον - πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα Εθνη… Βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός του Υιού καί του Άγιου Πνεύματος. Διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα οσα ένετειλάμην υμίν». (Ματθ. 28 19 -20). Και επορεύθη ο ταπεινός Ιππότης του Σταυρού. Πού επορεύθη όμως; Πού πήγε;
Τότε που ξεκίνησα το φθινόπωρο του 1946, πέρα από το λειτουργικό μου έργο, δε μπορώ να πω πως είχα ξεκαθαρισμένο το πρόγραμμα της ιεραποστολής μου. Σιγά - σιγά όμως με τον καιρό, με τις ανάγκες των περιστάσεων και με τη χάρη του Θεού ξεχώρισαν οι δρόμοι και οι στόχοι της πορείας μου. Και τώρα αργά πλειά στο τέρμα της πορείας μου θα μπορούσα να πω: ότι τρεις ήταν οι δρόμοι, τρία ήταν τα μέτωπα των προσπαθειών και των πνευματικών μου αγώνων.
  Η χριστιανική παιδεία-Η Κοινωνική Διακονία-Ο Ευρύτερος Διεκκλησιαστικός (Οικουμενικός) Διάλογος και η Ειρήνη.
 Ήμουν εκπαιδευτικός - Δάσκαλος των Θρησκευτικών Μαθημάτων στη Μέση Παιδεία (Δευτεροβάθμια σήμερο). Το έργο αυτό μου άρεσε, γέμιζε την ψυχή μου. Ήταν τα χρόνια εκείνα, που ο Δάσκαλος φορούσε ακόμη στο κεφάλι του το φωτοστέφανο του σεβασμού και της Παιδαγωγικής αυθεντίας. Το φωτοστέφανο αυτό δυστυχώς χάθηκε στους καιρούς μας μέσα σε συνδικαλιστικούς αγώνες, σε απεργίες, καταλήψεις και εμπρησμούς Σχολείων και διδακτηρίων... Ήταν τα χρόνια εκείνα, που το Σχολειό διατηρούσε ακόμη την Ιερότητά του και ήταν το Ιερό - άδυτο, όπου τελετουργείται το Μέγα Μυστήριο της ανθρώπινης τελε ίωσης (Λαιμπνίτς). Αν μετρήσομε τη σημερινή Παιδεία με τα λόγια αυτού του σοφού παιδαγωγού θα δούμε γιατί η σημερινή παδεία μας όλο αναβαθμίζεται και όλο γκρεμίζεται… Μου άρεσε το εκπαιδευτικό έργο γι' αυτό και μετά τη χειροτονία μου παρέμεινα εκπαιδευτικός, από το 1937 ως 1957, που έγινα Επίσκοπος.
Και μετά τη χειροτονία μου σε Επίσκοπο πάλι εξακολούθησα και εξακολουθώ να διδάσκω το λαό μας και τα παιδιά του Λαού μας (Σχολεία, Οικοτροφεία, ομιλίες συζητήσεις κ.λ.π.). Αλλά μιλώντας για τη στράτευσή μου στο μέτωπο της παιδείας, ήθελα πάλι να επανέλθω και να μιλήσω για τον βαθύτερο προβληματισμό μου, (τον είπα ήδη), που αναφέρεται στο θέμα Ελληνική Διανόηση και χριστιανική πίστη, Ελληνική Διανόηση και Ορθοδοξία. Από τα περιστατικά που ανάφερα πρωτύτερα και από τη στάση πολλών επιστημόνων, καλλιτεχνών, πολιτικών κ.λ.π. για τη χριστιανική πίστη μου δημιουργήθηκαν πολλά ερωτηματικά, μερικά από τα οποία αναφέρω σε γραπτό μου (Χριστός και Κόσμος, 1961). Έγραφα τότε: «Διατί το πλείστον των Ελλήνων διανοουμένων στέκεται έξω από την Εκκλησίαν; Μένει δηλαδή αδιάφορον; Πόσοι από τους μορφωμένονς της χώρας μας έχουν μια βαθύτερη, πέραν της κοινής Γυμνασιακής, χριστιανική μόρφωση και Παιδεία; Πόσοι εκκλησιάζονται κατά Κυριακή, πόσοι προσέρχονται στη Θ. Κοινωνία και πόσοι μελετούν την Αγ. Γραφή και το θρησκευτικό έντυπο; Πόσοι χάνουν την ομολογίαν των:
Μπορούμε όμως, έλεγα τότε να αντιστρέψουμε τα ερωτήματα αυτά και να ρωτήσουμε; Για ποιους λόγους οι Διανοούμενοί μας στέκονται έξω από την Εκκλησία, μολονότι δεν παύουν να είναι χριστιανοί; Τι προσφέρει η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία μας στην Ελληνική Διανόηση για να την ικανοποιεί και να την προσελκύει; Εμείς πάντως δεν δυνάμεθα να εννοήσουμε πώς η μεγαλόπρεπη πνευματική στέγη της Εκκλησίας του Χριστού, που στέγασε και στεγάζει κατά καιρούς τις μεγαλύτερες διάνοιες και τα ευγενέστερα πνεύματα της ανθρωπότητας, δε δύναται τάχα να ικανοποιήσει και τη Διανόηση της χώρας μας και της εποχής μας. Και δεν δυνάμεθα ακόμη να εννοήσομε διατί πολλοί άνθρωποι των Γραμμάτων της χώρας μας δεν ικανοποιούνται από το πνεύμα του Χρυσοστόμου, του Βασιλείου, του Αυγουστίνου, του Πασχάλ, του Παστέρ, του Νεύτωνα και τόσων άλλων μεγάλων επιστημόνων και χριστιανών σοφών, ικανοποιούνται όμως τάχα από τα σκύβαλα του πνευματισμού, του τεκτονισμού, του Μαρξισμού, του Ινδουισμού και τόσων άλλων, κατωτέρας ποιότητος παραθρησκευμάτων της εποχής μας».

Αναζητούμε από την Νεοελληνική Διανόηση το βαθύτερο μεταφυσικό λόγο, που εμπνέει και ολοκληρώνει τον ανθρώπινο λόγο. Και μολονότι είμεθα οι Νεοέλληνες, Διάδοχοι και κληρονόμοι δύο μεγάλων πολιτισμών, του Αρχαίου Κλασικού και του Βυζαντινού-Χριστιανικού, δεν έχομε να επιδείξωμε μεγάλους χριστιανούς συγγραφείς σαν τον Ντοστογιέφσκυ στην Ανατολή ή σαν τον Μαριταίν (Μaritain) και Βερνανό (Bernanos) στη Δύση. Σκεφθήκαμε πολλές φορές ότι, όπως στον 4ο-5ο μ.Χ. αιώνα, στην κρίσιμη μετάβαση του αρχαίου κόμου στη χριστιανική εποχή, η Εκκλησία με τους μεγάλους Διδασκάλους και Θεολόγους της έκαμε τη σύνθεση της αρχαίας γνώσης με τη χριστιανική πίστη και δημιούργησε το χρυσό αιώνα και το Βυζαντινό πολιτισμό, το ίδιο και σήμερο, άνθρωποι της χριστιανικής παιδείας χρειάζεται να κάμομε τη νέα σύζευξη της σύγχρονης - πολύπλευρης κοσμικής γνώσης με το αιώνιο χριστιανικό πνεύμα. Κι από τη σύζευξη αυτή να δημιουργηθεί το νέο κοσμοείδωλο, ο νέος «ολοκληρωμένος ανθρωπισμός» κατά τον J. Maritain, που θα μας δώσει νέα συστήματα παδείας και νέους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, που θα αναπλάσουν το νέο, το μελλούμενο κόσμο.
Πάνω στο όραμα αυτό έχω αφιερώσει πολλές σκέψεις και προσπάθειές μου, (δημοσιεύματα, ομιλίες) και ιδιαίτερα πάνω στο όραμα αυτό οφείλεται η δημιουργία της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης για την οποία σας μίλησε ο κ. Παπαδερός. Η Ορθόδοξος Ακαδημία Κρήτης δεν είναι Σχολικό, επιστημονικό Ίδρυμα ή φιλολογικό βήμα. Είναι ένα βήμα της Εκκλησίας για να μιλήσει με τη Διανόηση της χώρας μας και να κάνει το Διάλογο, τη σύζευξη Γνώσης και Πίστης στον καιρό μας και τον τόπο μας. Ευχαριστώ τον γεν. Διευθυντή της Οθροδόξου Ακαδημίας που συντονίζει το πρόγραμμά της και εύχομαι να ευλογεί ο Θεός το έργο της σ' αυτό το μοναδικό και ιδιαίτερο στόχο της. 
Τα κοινωνικά προβλήματα, που δημιούργησε ο περασμένος 19ος αιώνας έγιναν εντονώτερα στο δικό μας, τον 20ο αιώνα. Οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, η βιομηχανική και τεχνολογική επανάσταση, η εκμετάλλευση των εργατικών μαζών, η Μαρξιστική ιδεολογία, που σκόρπισε στον κόσμο ολόκληρο ελπίδες, αλλά και διαψεύσεις, είχαν και στη χώρα μας τον αντίκτυπό των. Η Δεκαετία του ’40 με τόν Παγκόσμιο πόλεμο, την Κατοχή και τον δικό μας «εμφύλιο» δημιούργησαν και στη χώρα μας καταστάσεις, που δεν μπορούσαν ν' αφήσουν την Εκκλησία μας αδιάφορη. Νέος λαϊκός Θεολόγος και Ιερωμένος αργότερα, πήρα και γω θέση στα γεγονότα των καιρών και είπα θαρρετά τη γνώμη μου. Η Εκκλησία τον Χριστού που έχει τέκνα της και αγαπά όλους τους ανθρώπους, πλούσιους και φτωχούς, έχει ωστόοο καθήκον να υπερασπίζει τους φτωχούς και αδυνάτους.Τη θέση μου όμως αυτή την ξεχώριζα πάντα από την υλιστική Μαρξιστική ιδεολογία. Ήταν καθαρά χριστιανική. Ο χριστιανισμός, σκεπτόμουνα, έχει ένα δικό του τρόπο να μιλεί και να υπερασπίζει τη Δικαιοσύνη, τη Δημοκρατία, την Ελευθερία των λαών και των ατόμων.
Στα έτη 1951-52 πηγαίνοντας για σπουδές στη Γαλλία παρακολούθησα Μαθήματα χριστιανικής Κοινωνιολογίας (Λίλλη - Παρίσι) και είδα πως οι Ευρωπαϊκές Εκκλησίες (Καθολικές - Προτεσταντικές) είχαν μια θεωρητική διδασκαλία στα κοινωνικά προβλήματα της εποχής μας και συγχρόνως παρουσίαζαν μια πρακτική εφαρμογή της με τη δημιουργία των χριστιανικών κομμάτων, (αυτά που ονομάζονται σήμερα στην Ευρώπη Λαϊκά Κόμματα) και βοήθησαν το πέρασμα των Ευρωπαϊκών Λαών (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία) στις μεταπολεμικές Κοινωνίες, χωρίς αιματηρές συγκρούσεις, όπως έγινε στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Χωρίς τα χριστιανικά αυτά κομμάτια η Δυτική Ευρώπη θα είχε τις περιπέτειες της Ανατολικής Ευρώπης. Η σημερινή Ευρωπαϊκή Κοινότητα οφείλει πολλά σ' αυτούς τους χριστιανικούς πολιτικούς οργανισμούς που, μ' όλα τα λάθη των, βοήθησαν στη Δημιουργία της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όλα αυτά ενισχύσανε τις πεποιθήσεις μου για την κοινωνική προσφορά της Εκκλησίας. Το Κοινωνικό έργο στη Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου και αργότερα στη Γερμανία: Σχολές, Οικοτροφεία, το Αγροτικό Κέντρο στο Κολυμπάρι, το Τυροκομείο Σκάφης, Εργαστήρια Χειροτεχνίας των Γυναικών, οι Εταιρείες Λαϊκής Βάσης και πολλά άλλα δημιουργήθηκαν σαν προσφορά της Εκκλησίας στο Λαό μας. Στις σκληρές και παθιασμένες αντιπαραθέσεις των χρόνων εκείνων δεν έλειψαν οι παρεξηγήσεις για το πρόσωπο και το έργο μου. Παρεξηγήσεις που όχι μόνο ταλαιπώρησαν την Εκπαιδευτική και Ιερατική μου ιδιότητα, αλλά απείλησαν και την ίδια τη ζωή μου... Στις δοκιμασίες των καιρών εκείνων εύρισκα μεγάλη ανακούφιση στα λόγια του Απ. Παύλου:
" Εν παντί θλιβόμενοι αλλ' ου στεναχωρούμενοι,
άπορούμενοι, αλλ' ουκ έξαπορούμενοι
καταβαλλόμενοι, αλλ' ουκ άπολλύμενοι"  (Β' Κορινθ. 4,8-10).
Και τα λόγια του Καρλάυλ (Ήρωες) μ' ανακούφισαν πολλές φορές: «Ο Ιερέας απαστράπτει εν μέσω γλυκείας λάμψειας ως φανός καταυγάζων τον καθημερινόν βίον. Ημείς προκρίναμε να επαινούμεν τον Ιερέα ήρωα, όστις πράττει ο,τι υπαγορεύει εις αυτόν ή συνείδησίς του καί εν τω ζήλω αυτού να ίδη πραγματοποιούμενα τα μεγάλα ιδεώδη, διάγει βίον ευγενή εν μέσω της δράσεως των συκοφαντών και των αντιδράσεων, πάσαν καταβάλλων προσπάθειαν όπως κάμει την οικουμένην
Βασίλειον τον Θεού…».

Το 1939 Καθηγητής στο Ιδιωτικό Γυμνάσιο Χανίων (Κουμ - Καπί) διάβασα το βιβλίο του Αυστριακού Gutenhoven-Kallergis, Πανευρώπη, που μιλούσε για τη σημερινή Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Ήταν η πρώτη φορά που έμπαινε στη σκέψη μου και στη συνείδηση μου το μέγα αυτό θέμα της Ενωμένης Ευρώπης. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος (1939-1945) με τις εκατόμβες, τις καταστροφές και τα εγκλήματά του, ένας πόλεμος που έγινε από χριστιανούς, εναντίον χριστιανών, πλήγωσε τη χριστιανική μου συνείδηση. Και συχνά τότε και αργότερα αναρωτήθηκα: τί έκαμαν οι Εκκλησίες των Ευρωπαϊκών Λαών για να αποτρέψουν αυτό το ματοκύλισμα. Κι όταν το 1945 μαζέ με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, άρχισε να δραστηριοποιείται και ο Οργανισμός του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, αισθάνθηκα μεγάλη ανακούφιση και χαιρέτισα τις εργασίες της Α΄ Γενικής Συνέλευσης στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας το 1948 με το άρθρο μου εδώ στα Χανιά: «Ενώ ανασυντάσσεται η Χριστιανική Ευρώπη».
Τον Ιούνιο 1951 επιστρέφοντας από τη Γαλλία στην Ελλάδα πέρασα από τη Γενεύη, που ήταν, και είναι μέχρι σήμερα, τα Γραφεία του Π.Σ.Ε. (Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών). Εκεί γνώρισα το έργο του και τα τότε σημαντικά πρόσωπα του και είδα ότι με τις προσπάθειές του για την Ενότητα των χριστιανικών Εκκλησιών, καλλιεργεί και το κλίμα της Ευρωπαϊκής Ενότητας και της παγκόσμιας Ειρήνης. Το 1961 με άλλους αντιπροσώπους του Οικουμενικού Πατριαρχείου πήρα μέρος στις εργασίες της Δεύτερης Γενικής Συνέλευσης του Π.Σ.Ε. στο Ν. Δελχί Ινδιών και το 1968 στη Γ' Γενική Συνέλευση στην Ουψάλα της Σουηδίας.
Αργότερα ως Μητροπολίτης Γερμανίας και πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής του Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και Παλαιοκαθολικών και Λουθηρανών, είχα την ευκαιρία να μιλήσω με πολλούς εκπροσώπους των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών και για θέματα που αφορούσαν την ενότητα των Ευρωπαϊκών Λαών και ευρύτερα την ειρήνη του κόσμου. Θέματα για τα οποία και δω στην Κρήτη, στη Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου, οργανώσαμε και φιλοξενήσαμε ειδικά Συνέδρια στην Ορθόδοξο Ακαδημία και στο Καστέλλι. Από ένα πλήθος εμπειριών και εντυπώσεων στον τομέα αυτό θα ήθελα να αναφερθώ μόνο σε δυο γεγονότα - περιστατικά.

Το Σεπτέμβριο του 1966 ο τότε Μητροπολίτης Λένιγκραντ αοίδημος τώρα κυρός Νικόδημος, αρμόδιος των σχέσεων της Ρωσικής, εκκλησίας με τον έξω κόσμο, με εκάλεσε να επιστεφτώ τη Ρωσία. Πέρασα από το φίλο Μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο και λειτούργησα στη Μόσχα και το Λένιγκραντ. Σε ένα δείπνο που παρέθεσε ο μακαρίτης Νικόδημος ήταν μεταξύ άλλων συνδαιτημόνων και ο επίτροπος παιδείας της περιοχής, στον οποίο εγώ είπα: Η επανάσταση σας έχει εγκαθιδρυθεί τώρα τόσα χρόνια στην Ρωσία. Έγινε αποδεχτή, όπως λέτε, από το Ρωσικό Λαό και δε φοβάστε καμιά αντίδραση. Γιατί λοιπόν δεν ανοίγετε τις εκκλησίες, δεν αφήνετε ελεύθερη την άσκηση της χριστιανικής λατρείας, δεν έχετε μαθήματα θρησκευτικών στα σχολεία σας; Η απάντηση του: Βέβαια, σεβασμιώτατε, δεν φοβούμαστε πλειά την αντίδραση της Εκκλησίας. Άλλωστε εμείς πιστεύουμε ότι σε λίγα χρόνια η χριστιανική πίστη θα εκριζωθεί από την ψυχή του Ρωσικού λαού. Αυτά έλεγε το 1966 ο Σοβιετικός υπουργός της Παιδείας. Αλλά είκοσι ή εικοσιπέντε χρόνια από τότε, σήμερο δηλ. το 1991, στη Ρωσία δεν εκριζώθηκε η χριστιανική πίστη, αλλά γκρεμίστηκε το αντιχριστιανικό Μαρξιστικό καθεστώς.

Τον Ιούλιο του 1977 παρακολούθησα στο τότε Δυτικό Βερολίνο Συνέδριο οργανωμένο από την Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας, στο οποίο μεταξύ άλλων θεμάτων υπήρξε και συζήτηση για την Ειρήνη. Ο κύριος ομιλητής (Δρ. Ουίλλιαμς) παρουσίασε σε τοίχο 4 μεγάλους χάρτες της Ευρώπης.
1ος Χάρτης: τα σύνορα των Κρατών της Ευρώπης στις παραμονές του Α' Παγκοσμίου πολέμου.
2ος Χάρτης: τα σύνορα των Κρατών της Ευρώπης στο τέλος του Α' Παγκοσμίου πολέμου.
3ος Χάρτης: τα σύνορα των Κρατών της Ευρώπης στις παραμονές του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1939).
4ος Χάρτης: τα σύνορα των Κρατών της Ευρώπης στα τέλη του Β' Παγκοσμίου πολέμου.
Στον τελευταίο αυτό χάρτη υπήρχαν δυο μεγάλα τανκς. Το ένα στη Βαρσοβία και το άλλο στις Βρυξέλλες, (ΝΑΤΟ), με δυο πελώρια πυροβόλα στραμμένα το ένα προς τη Δύση και το άλλο προς την Ανατολή. Και ο ομιλητής κατέληξε: Κύριοι, αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα στην Ευρώπη. Αλλά η Εκκλησία του Χριστού είναι εδώ στη γη για να αλλάξει τις πραγματικότητες του κόσμου. Και μεις που είδαμε τόσες μεταβολές στα τελευταία χούνια προσθέτουμε πως, όταν θα γραφεί η ιστορία των μεταβολών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη, ασφαλώς θα γίνει πολύς λόγος και για τη συμβολή των Εκκλησιών σ' αυτές.
Αλλά μιλώντας για τις πορείες και τα οράματα που ανάφερα προηγουμένως παρέλειψα να μιλήσω για το λειτουργικό μου έργο. Όχι να σας πω πόσες λειτουργίες έκανα σαν Ιερέας και Επίσκοπος, αλλά για να πω ποια ήταν, ποια είναι η Μυστική Πηγή από την οποία αντλεί δύναμη ένας άνθρωπος που καθημερινά δαπανάται και συντρίβεται. Ποια η Μυστική Πηγή από την οποία αντλεί νέες δυνάμεις και ανακαινίζεται κάθε άνθρωπος που δουλεύει στο έργο του Θεού. Αλλά με τις προσπάθειες, τις πορείες και τους «πειρασμούς» που είπαμε στην ομιλία μας τι απόγινε άραγε ο Ιππότης του Σταυρού; Ο Ιππότης του Σταυρού αισθάνεται πως είναι καιρός να εναποθέσει την πανοπλία, που του έδωσε ο Θεός και να αναπαυθεί. Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Στερνό όνειρο της ζωής μου ήταν να περάσω τα γηρατειά μου στην Κρήτη, στον τόπο μας και στο Λαό μας και να προσφέρω ως το τέλος τη Διακονία μου.

Η πρώτη μου επίσκεψη στα Χανιά πρέπει να 'γίνε όταν, μαθητής του δημοτικού Σχολείου, ήρθα μαζί με τον πατέρα μου, καβάλα στο γαϊδουράκι μας, από το Νεροχώρι Αποκορώνου μια καλοκαιρινή νύχτα, στα 1919 ή 1920 στην πόλη αυτή. Αλλά από το 1927 που γράφτηκα στο ιεροδιδασκαλείο της Αγιας Τριάδας και περνοδιάβαινα από τα Χανιά ως το 1957 που έγινα Επίσκοπος Κισάμου και Σελίνου, η πόλη των Χανίων φιλοξένησε πολλές φορές εμένα και το έργο μου. Ως Καθηγητής των Θρησκευτικών δίδαξα σ' όλα σχεδόν τα σχολεία της, στο ιδιωτικό Γυμνάσιο Αλικιανού, στα Χανιά στα Γυμνάσια Αρρένων και Θηλέων (με γυμνασιάρχες τους μακαρίτες Στέφανο Μυλωνάκη, Αντώνη Αρχοντάκη, Αντώνη Σηφάκη), στην Εμπορική Σχολή, στη Γαλλική Σχολή, στην Εκκλησιαστική Σχολή (με τον αείμνηστο Πέτρο Μαράκη), στο Δαίδαλο. Λειτουργήθηκα και Λειτούργησα σ' όλες τις Εκκλησίες των Χανίων. Γνωρίστηκα με τους Άρχοντες της πόλης. Με τους Δημάρχους της, με τους Γενικούς Διοικητές, τους Νομάρχες, τους Στρατηγούς της, με τους Δικαστές της και μ' ένα πλήθος απλών ανθρώπων, συγγενών, φίλων, που με φιλοξενήσανε στα σπίτια των και στην αγάπη των, με ανθρώπους που ενθαρρύνανε τα πρώτα βήματα της ιερωσύνης μου και της διδασκαλίας μου και βοηθήσανε αργότερα το κοινωνικό μου έργο.
 Το πνεύμα της Χριστιανικής Πίστης
Το πνεύμα του πατριωτισμού και της Ελευθερίας.
Το πνεύμα της ανθρωπιάς και της φιλοξενίας.
Το πνεύμα της αρχοντιάς και της δημιουργίας.
Όλες αυτές τις παραδόσεις που κάνουνε το μεγαλείο της Κρήτης.

 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΤΟΝ ΓΕΝΑΡΗ ΤΟΥ 2009

«…Το ξέρω πως η Κρήτη είναι ένα νησί και σίγουρα δεν είναι ο ομφάλιος λώρος της γης. Ο κόσμος είναι πολύ πιο μεγάλος από τη Κρήτη και ο Θεός δεν νοιάζεται μόνο για τους Κρητικούς. Όμως σιγά- σιγά με τους καιρούς η Κρήτη από νησί έγινε σημαία, σύμβολο. Μια σημαία που έχει πάνω της τον Σταυρό και την ανθρωπιά. Και η σημαία αυτή δεν απλώνεται μόνο στη Κρήτη παρά σε όλη την ανθρωπότητα.
Γιατί η κληρονομιά των παππούδων μας δεν ήταν μόνο τα σόχωρα και τα νοικοκυριά. Ήταν επίσης οι ευχές και τα εθίματα, η τιμή και ο λόγος, η πίστη και το φιλότιμο, η φρονιμάδα και η ντροπή, η ντομπροσύνη και η παλικαριά, η φιλοξενία και το σπλάχνος, όλα ετούτα τα ιερά και μεγάλα που ο Κρητικός τα λέει με μια ξεχωριστή και βαρυσήμαντη λέξη: Ανθρωπιά!…»

Θα θέλατε να μας μιλήσετε λίγο γι’ αυτήν την κοινωνική- φιλανθρωπική σας δράση πατέρα Ειρηναίε;
Τι να σας πω…Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι πως από πολύ μικρός αισθανόμουν μέσα μου μια πολύ μεγάλη αγάπη για τον άνθρωπο! Θυμάμαι πως ήμουν δεν ήμουν πέντε χρονών όταν βγήκε από μέσα μου η παρακάτω μαντινάδα:
«Αχ να μπορούσα τη καρδιά να κάνω μεζεδάκια για να χορτάσω τση φτωχούς και τα ορφανά παιδάκια…»

Επειδή είμαι άνθρωπος της εκκλησίας κι αγαπώ τον Θεό, κατ’ επέκταση αγαπώ και τον άνθρωπο, προπάντων τον άνθρωπο αφού αν δεν αγαπάς τον άνθρωπο δεν είναι δυνατόν να αγαπάς ούτε και το Θεό. Οπότε δεν υπάρχει και ωραιότερο συναίσθημα από το να κάνεις το καλό στο συνάνθρωπο σου με όποιο τρόπο περνά από το χέρι σου μια και φιλανθρωπία ξέρετε δεν είναι μόνο να δώσεις στον άλλο λίγα χρήματα, αυτό είναι το πιο εύκολο. Φιλανθρωπία επίσης είναι να ανοίγεις νέους ορίζοντες, να δημιουργείς δρόμους για να περπατήσουν πάνω τους καινούργιες ιδέες, να αποδεικνύεις τέλος πάντων την αγάπη σου έμπρακτα. Και για να την αποδείξεις πρέπει να κάνεις κι αυτό, να κάνεις κι εκείνο, να κάνεις και το άλλο… Πάνω απ’ όλα να κάνεις κι όχι να λες…
Δώσατε…δώσατε…δώσατε…όλη σας τη ζωή δίνατε και αποδεικνύατε. Πείτε μου όμως πως αλήθεια συλλάβατε την ιδέα των οικοτροφείων;
Την ιδέα των οικοτροφείων τη συνέλαβα περίπου το 1958 κι αφορμή γι’ αυτό στάθηκαν κάποια παιδιά που έμεναν σε ενοικιαζόμενα δωμάτια δίπλα από τη Μητρόπολη. Κάθε πρωί περνώντας απ΄ έξω με συναντούσαν και με καλημέριζαν έως που μια μέρα, δεν ξέρω πως, αποφάσισα κι εγώ να τους κάνω μια επίσκεψη. Σας είπα, ανέκαθεν είχα μια ιδιαίτερη ευαισθησία στα παιδιά και οι συνθήκες τελικά κάτω από τις οποίες διέκρινα ότι σπούδαζαν τα συγκεκριμένα παιδιά, μου θύμισαν τα δικά μου, δύσκολα μαθητικά και φοιτητικά χρόνια, τότε που κι εγώ σπούδαζα και συγχρόνως εργαζόμουν. Αποφάσισα λοιπόν να δημιουργήσω χώρους μέσα στους οποίους τα φτωχά παιδιά θα είχαν και την δυνατότητα να διευκολύνουν τις σπουδές τους μα και παράλληλα να κρατούν μια ουσιαστική σχέση με την εκκλησία καθώς για να παροτρύνεις νέους ανθρώπους στη πίστη δεν γίνεται να το καταφέρεις με το να τους λες μόνο να αγαπούν το Χριστό αλλά με να τους δημιουργείς και το ανάλογο περιβάλλον όπου μέσα του θα βλέπουν ζωντανά και έμπρακτα την αγάπη του Θεού προς το πρόσωπο τους. .Έτσι λοιπόν έγινε πρώτα το οικοτροφείο στο Καστέλι, μετά στη Κάνδανο, μετά στη Παλιόχωρα, στο Κολυμπάρι, καθώς επίσης και μια μικρή εστία φοιτητών στην Αθήνα για να βοηθούμε οικονομικά και τα παιδιά που πήγαιναν στο πανεπιστήμιο .
Υπήρχαν όμως και οι νέοι που δεν σπούδαζαν, γι’ αυτό κι εκτός από τα οικοτροφεία τα οποία πρέπει να πω έφτασε εποχή που φιλοξενούσαν 800 παιδιά, με ενδιέφερε κι οι υπόλοιποι νέοι να καταφέρουν να αποκτήσουν ένα επάγγελμα.
Και για να καταλάβετε το μέγεθος του προβλήματος που υπήρχε τότε, θα σας πω μόνο πως ζήτησα κάποτε ένα ηλεκτρολόγο για να διορθώσει μια βλάβη ρεύματος και η απάντηση ήταν «δεν έχουμε ηλεκτρολόγο στο Καστέλι.» κι όντως , ανάλογη σχολή υπήρχε τότε μόνο ο Δαίδαλος στα Χανιά. Αποφασίζουμε λοιπόν για τη Τεχνική Σχολή Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων Κισσάμου που αργότερα εξελίχτηκε σε Τεχνικό Λύκειο μα και για Τυπογραφείο και Σχολή Τυπογραφίας στο Καστέλι, για σχολείο κωφαλάλων καθώς και για αγορά αγροκτήματος όπου θα εξασκούνταν οι νέοι πάνω σε θέματα γεωργίας. Δε ξεχνάμε επίσης να δημιουργήσουμε βιβλιοθήκες καθώς και Σχολή Μουσικής για να εξασκούν και το πνεύμα τους , όπως ακόμα και γηροκομεία για να φιλοξενούνται οι άποροι γέροι και βέβαια δε ξεχνάμε τα κορίτσια και δημιουργούμε γι’ αυτά Οικοκυρικές σχολές καθώς και διάφορους άλλους γυναικείους συλλόγους.

Αν δεν κάνω λάθος πρωτοποριακό ρόλο παίξατε επίσης στη δημιουργία της ΤΡΑΝΣ ΕΥΡΩΚΡΕΤΑ, της ΕΤΑΝΑΠ- εταιρία ανάπτυξης Αποκωρόνου- αλλά και της ΑΝΕΚ.
Όταν το 1967 βούλιαξε το πλοίο «Ηράκλειο»βυθίζοντας στο πένθος τη Κρήτη, όπως όλοι γνωρίζουμε, σύσσωμος ο Κρητικός λαός πήρε την απόφαση να αποκτήσει τα δικά του πλοία για να μεταφέρεται με ασφάλεια. Για τη πραγματοποίηση της απόφασης αυτής λοιπόν, έγινε στα Χανιά μια μεγάλη σύναξη ανθρώπων που είχαν σχέση με τις επιχειρήσεις και τα οικονομικά αλλά και ανθρώπων απλών, και μέσα σε αυτούς πήγα κι εγώ.
Κι είχαν πια αποφασίσει ότι για να μαζευτούν τα χρήματα και να καταφέρουμε κάτι τέτοιο ο μόνος τρόπος ήταν οι μετοχές, όταν πετάχτηκε κάποιος μέσα από τον κόσμο και είπε δείχνοντας με «να μπει κι η εκκλησία μέσα ειδεμή εμείς δεν δεχόμαστε.…» Ήταν προφανώς θέμα εμπιστοσύνης μια κι οι άνθρωποι σκέφτηκαν πως αν συμμετάσχει κι ο Ειρηναίος θα είχαν μια εγγύηση στα χρήματα που θα έδιναν. Εγώ βέβαια στην αρχή αρνήθηκα και δικαιολόγησα την άρνηση μου επισημαίνοντας τους ότι δεν είμαι ούτε οικονομολόγος, ούτε μηχανολόγος ούτε οτιδήποτε σχετικό, εκείνοι όμως επέμεναν αναγκάζοντας με στο τέλος να υποκύψω. Μαζεύτηκαν λοιπόν διακόσια εκατομμύρια το 1967-68 , πήραμε το πρώτο πλοίο, το «ΚΥΔΩΝ», κι έτσι δημιουργήθηκε η ΑΝΕΚ.
Σαν πρωτάρηδες ατζαμήδες όμως που ήμασταν τότε , αντί να απευθύνουμε σε μεσιτικό γραφείο για να μας το βρει όπως ήταν και το σωστό, φύγαμε κι αρχίσαμε να το ψάχνουμε εμείς στο Λονδίνο, στη Σουηδία, και που δεν πήγαμε…Τελικά, παρά την άγνοια μας όχι μόνο το βρήκαμε αλλά αν και μετασκευασμένο ήταν άριστο σκαρί κι ο Θεός στη συνέχεια λες και το ευλόγησε πραγματικά και πήγε πολύ καλά.
Τώρα βέβαια είμαι ακόμα πρόεδρος στην ΑΝΕΚ αλλά πλέον τιμητικός.

Δικό σας έργο σεβασμιότατε είναι επίσης και η Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης στο Κολυμπάρι. Τι ακριβώς είναι αυτό το έργο, θα θέλατε να μου πείτε;

Από πολύ νωρίς, από τότε ακόμα που ήμουν φοιτητής, είχα επισημάνει πως υπήρχε το εξής πρόβλημα στην Ελλάδα: Οι Έλληνες διανοούμενοι έχουν μια προκατάληψη εναντίον της εκκλησίας με αποτέλεσμα η ελληνική διανόηση να βρίσκεται ή έξω ή εναντίον της εκκλησίας. Αναρωτήθηκα πολλές φορές ποιος άραγε να φταίει γι’ αυτό, οι γονείς, οι δάσκαλοι, τα παιδιά, δε ξέρω…όποιος κι αν φταίει όμως αποφασίσαμε να φτιάξουμε ένα ίδρυμα στα πλαίσια της ορθοδοξίας και της ελληνικής παιδείας το οποίο να βοηθά τους νέους ανθρώπους στη πίστη τους άσχετα από το αν έχουν προβλήματα και όχι αυτά να γίνονται η αφορμή για να φεύγουν έξω από την εκκλησία.
Στο κέντρο αυτό λοιπόν, γιατί είναι κέντρο κι όχι σχολείο, γίνονται συζητήσεις, ομιλίες, επιστήμονες και μη εξηγούν πως δουλεύει ο χριστιανισμός πάνω στα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου και βοηθούν τα παιδιά να κρατήσουν και να παραμείνουν στη πίστη τους δίχως ασφαλώς αυτά να είναι υποχρεωμένα να γίνουν ούτε ιερωμένοι ούτε μοναχοί.
Είπατε προηγουμένως πως οι Έλληνες διανοούμενοι έχουν μια προκατάληψη εναντίον της εκκλησίας. Γιατί αλήθεια, εσείς βρήκατε ποτέ την απάντηση;
Ναι, εγώ την έχω βρει την απάντηση μόνο που για να τη βρω ταλαιπωρήθηκα πολύ…Οι άνθρωποι αυτοί λοιπόν είναι εναντίον της εκκλησίας γιατί ούτε υπήρχε αλλά δυστυχώς ούτε και υπάρχει σωστή ενημέρωση από τους παπάδες μας και τους δασκάλους μας οι οποίοι δεν στάθηκαν ικανοί να μας βοηθήσουν να συλλάβουμε το αληθινό νόημα της πίστης..
Τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει ο σωστός κλήρος στη ζωή του απλού ανθρώπου;
Να φροντίσει για μια βαθύτερη απάντηση και θεμελίωση της πίστης μας.
Τα λάθη των ανθρώπων της εκκλησίας επηρεάζουν βέβαια και πολύ μάλιστα όμως και ο παπάς , και ο δεσπότης, κι ο θεολόγος μπορεί να κάνουν λάθη , αλλά τι φταίει ο Θεός γι’ αυτά τα λάθη…
Αν ο Θεός εκτός από τη φώτιση γινόταν να σας δώσει κι άλλα ενενήντα χρόνια ζωής τον ίδιο δρόμο θα ακολουθούσατε;
Τον ίδιο ή κάποιον άλλο δε ξέρω σίγουρα πάντως ένα δρόμο που θα μου επέτρεπε να βοηθώ τους ανθρώπους. Πάνω απ΄ όλα θέλω να έχουν οι νέοι εργασία στα χέρια τους, να μην είναι άνεργοι, μια κι «αργία μήτηρ πάσης κακίας…» όπως ξέρετε.

Όλες οι θρησκείες την αγάπη δεν διδάσκουν, αυτός δεν είναι ο βασικός τους άξονας;
Σωστή η παρατήρηση σας γι’ αυτό και στην εποχή μας τουλάχιστον δεν πρέπει να υπάρχει θρησκευτικός ρατσισμός. Αντίθετα πρέπει να έχουμε καλές σχέσεις με όλες τις εκκλησίες όπως επίσης πρέπει να αποδεχόμαστε τη πίστη του κάθε ανθρώπου μια κι ο καθένας με το δικό του τρόπο το ίδιο ζητούμενο ψάχνει.
Αν σας έλεγα με μια λέξη να μου χαρακτηρίσετε τι σημαίνει Θεός θα μπορούσατε;
Τα μεγάλα πράγματα δεν γίνεται να ειπωθούν με μια λέξη… Κι όχι απλώς δεν λέγονται αλλά προπάντων μόνο εκείνος που το ζει σαν συναίσθημα ξέρει τι είναι , με το να ακούει τον άλλο να προσπαθεί να του το περιγράψει θεωρητικά δε βγαίνει τίποτα. Πιστοί εξάλλου δεν είναι εκείνοι που μιλούν για το Θεό αλλά εκείνοι που κάνουν το θέλημα του Θεού…
Ρίκη Ματαλλιωτάκη

ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ
http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?tid=73977&autostart=0%20
Το συγκεκριμένο αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα στον Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου ΕΙΡΗΝΑΙΟ αποτελεί την πρώτη εκπομπή της σειράς «ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ» που προβλήθηκε στις 9 Μαρτίου 1982. Μέσα από την προσωπική αφήγηση του Μητροπολίτη, καταγράφεται η πορεία του και σκιαγραφείται η προσωπικότητά του, ξεκινώντας με αναφορές στις μνήμες από την παιδική του ηλικία και τη ζωή στον τόπο καταγωγής του, το Νεροχώρι Αποκορώνου Κρήτης. Στη συνέχεια, ο ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ περιγράφει την εμπειρία της παραμονής του στην Ιερά Μονή της Αγ. Τριάδας Ακρωτηρίου Χανίων όντας σπουδαστής στο Ιεροδιδασκαλείο, καθώς και των φοιτητικών του χρόνων στην Αθήνα, στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αναφέρεται ακόμη, στην περίοδο που εξελέγη Μητροπολίτης στη Γερμανία το 1971 και στην επιστροφή του στη Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου το 1981 ενώ καταθέτει τις απόψεις του για τα θέματα της κοινωνικής δικαιοσύνης, του αφοπλισμού και των βάσεων.
Παράλληλα, το ντοκιμαντέρ εστιάζεται στο κοινωνικό έργο του ιεράρχη, όπως το κοινωφελές Ίδρυμα «Αγία Σοφία» που οραματίστηκε ως κέντρο λαϊκού πολιτισμού, τα μαθητικά οικοτροφεία και το Κέντρο Αγροτικής Ανάπτυξης στο Κολυμπάρι, καθώς επίσης στη συμβολή του στην ίδρυση της ναυτιλιακής εταιρείας ΑΝΕΚ, την πρώτη εταιρεία λαϊκής βάσης.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, η κάμερα συνοδεύει την αφήγηση καταγράφοντας πλάνα από την επαρχία Αποκορώνου, ενώ περιλαμβάνεται οπτικοακουστικό υλικό με λόγους του ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ προς το ποίμνιό του και στιγμιότυπα από τη συμμετοχή του σε θρησκευτικές εκδηλώσεις. Προβάλλεται επίσης φωτογραφικό υλικό.

ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου